24.04.2024
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Αναμφίβολα, η διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από τον Ιούλιο του 2019 και μετά, απέχει πολύ -σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, και όχι μόνο- από εκείνη του πατέρα του, αειμνήστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (Απρίλιος 1990 – Οκτώβριος 1993). Αν και η τωρινή του υιού Μητσοτάκη, βέβαια, εξακολουθεί να εξελίσσεται, είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι χρονικά έχει ξεπεράσει κατά πολύ τη διακυβέρνηση του πατέρα του, η οποία διήρκεσε μόλις 3,5 χρόνια, και αποδεικνύεται λίαν ανθεκτική παρά τις πολλές δυσκολίες που αντιμετώπισε σε μία κρίσιμη για τη χώρα και τον κόσμο χρονική συγκυρία. Οι δύο διακυβερνήσεις, πατρός και υιού, έχουν λοιπόν σημαντικές μεταξύ τους διαφορές και, προφανώς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε υπ’ όψιν του τα όσα συνέβησαν επί διακυβερνήσεως του πατρός του, με σκοπό να αποφύγει κι ο ίδιος τυχόν μοιραία λάθη:
1. Ενώ ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επέλεξε να πορευτεί κυβερνητικά με στελέχη αποκλειστικά της παράταξης της Νέας Δημοκρατίας (με εξαίρεση τον κομμουνιστή Μίκη Θεοδωράκη), ο γιος του εξ’ αρχής προώθησε ένα διευρυμένο ιδεολογικά κυβερνητικό σχήμα: πράγματι, οι κυβερνήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη περιλαμβάνουν στελέχη από την εθνικιστική Δεξιά (Άδωνις Γεωργιάδης, Μάκης Βορίδης, Θάνος Πλεύρης) μέχρι τον χώρο του σημιτικού ΠΑΣΟΚ και του «Ποταμιού» (Κυριάκος Πιερρακάκης, Γιώργος Γεραπετρίτης, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης), ακόμη και παλιών στελεχών της ΚΝΕ (περίπτωση Θεοδωρικάκου). Έτσι, ο Μητσοτάκης-υιός κατάφερε αντί να έχει όλο αυτόν τον ευρύ χώρο απέναντί του, να τον ενσωματώσει στις πολιτικές του, και μάλιστα επιτυχημένα.
2. Επικοινωνιακά, ο Μητσοτάκης-πατήρ, αν και διέθετε κατά καιρούς αξιόλογους κυβερνητικούς εκπροσώπους (Βύρων Πολύδωρας, Ανδρέας Ανδριανόπουλος, Βασίλης Μαγγίνας), εν τούτοις δεν κατόρθωσε ποτέ να επιτύχει υπεροχή έναντι των αντιπάλων του. Ακόμη και όταν το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν υπόδικο, στη διάρκεια της πρώτης διετίας του στην εξουσία (1990-1992), η επικοινωνιακή μάχη για την τότε κυβέρνηση της ΝΔ είχε χαθεί κατά κράτος. Η αιτία ίσως να ήταν, βέβαια, το άκαμπτο πολιτικό στυλ του παλιού ηγέτη, χωρίς ευελιξία, που δημιουργούσε συχνά κοινωνικές εντάσεις. Αντίθετα, ο γιος του, από το 2019 και ύστερα, έχει καταφέρει χωρίς αμφιβολία να βγει επικοινωνιακά νικητής από όλες τις κρίσιμες στιγμές της διακυβέρνησής του (μεταναστευτικό, ελληνοτουρκικά, πανδημία του Covid-19).
3. Σε επίπεδο ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης φάνηκε ιδιαίτερα σκληροπυρηνικός (νεοφιλελεύθερος), γι’ αυτό και του καταλογίστηκε ο λεγόμενος «μητσοθατσερισμός». Συνεχή μέτρα λιτότητας οδήγησαν ακόμη και πιστούς του ψηφοφόρους στα όρια της αγανάκτησης. Η επιχειρούμενη την εποχή εκείνη αποκρατικοποίηση-ιδιωτικοποίηση προξένησε μεγάλη όξυνση (αστικές συγκοινωνίες, ΟΤΕ). Όλα αυτά συσσωρευμένα τον οδήγησαν σε πρόωρη πτώση από την εξουσία και ήττα στις εκλογές του 1993. Αντίθετα, ο γιος Μητσοτάκης ακολουθεί μία πολύ πιο έξυπνη στρατηγική, δίνοντας κύρια βάση στην επιδοματική πολιτική, με συχνές «ενέσεις» ανακούφισης των χειμαζόμενων πολιτών σε στιγμές κρίσης (πανδημικά lockdown, αύξηση στις τιμές του αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος-πόλεμος στην Ουκρανία). Έτσι, κατορθώνει και ξεπερνά σχετικά εύκολα τυχόν εμπόδια κοινωνικής δυσανασχέτησης.
4. Στην εξωτερική πολιτική, αν και έντονα φιλοδυτικός, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τήρησε εν πολλοίς επαμφοτερίζουσα στάση. Δεν κατάφερε να πείσει Αμερικανούς και Ευρωπαίους ότι η Ελλάδα, μετά την οκταετία ΠΑΣΟΚ την προσανατολισμένη προς ανατολάς, ανήκει «ψυχή τε και σώματι» στη Δύση. Εξ’ ού και με την πρώτη ευκαιρία οι ΗΠΑ (αλλά και η Ευρώπη) τον άφησαν να πέσει από την εξουσία. Μετά το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπόρεσε πολύ γρήγορα να οδηγήσει τους Δυτικούς να ξεχάσουν την «παρένθεση» Τσίπρα και, χωρίς κανέναν δισταγμό, στράφηκε φιλοδυτικά σε όλα τα μεγάλα θέματα (ουκρανικό, Μέση Ανατολή). Ακόμα περισσότερο: επί Μητσοτάκη-υιού η ελληνική κοινή γνώμη μεταστράφηκε θεαματικά υπέρ των Αμερικανών και της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε πριν από μερικά μόλις χρόνια.
5. Ειδικά στα ελληνοτουρκικά, ο Μητσοτάκης-πατέρας δεν στάθηκε ικανός να επιλύσει κανένα από τα ανοιχτά ζητήματα (Αιγαίο, Κύπρος), αν και ο ίδιος ήταν ανέκαθεν υπέρμαχος της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, όπως άλλωστε υπήρξε και αργότερα η κόρη του, Ντόρα Μπακογιάννη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αντιστρόφως ανάλογα, έδειξε αμέσως πυγμή έναντι της Τουρκίας του Ερντογάν και, σε σημαντικό βαθμό, έπεισε τη Δύση για πολλά από τα δίκαια των ελληνικών θέσεων. Δεν δίστασε να έρθει ακόμη και σε μετωπική σύγκρουση με τον Ερντογάν, διακόπτοντας κάθε επικοινωνία μαζί του -με τον οποίο πάντως οδηγήθηκε στα τέλη του 2023 σε προσέγγιση-, όταν άλλοτε ο πατέρας του φαινόταν να «σύρεται» πίσω από τις τουρκικές πρωτοβουλίες ως υποστηρικτής του αδιάκοπου διαλόγου.
6. Σε εσωκομματικό επίπεδο, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης άφησε να δρουν ανεξέλεγκτα (ίσως και υπό τον φόβο της πολύ μικρής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που διέθετε) οι εσωτερικοί του αντίπαλοι. Μιλτιάδης Έβερτ, Αθανάσιος Κανελλόπουλος, Σταύρος Δήμας και, στο τέλος, Αντώνης Σαμαράς (που τελικά τον ανέτρεψε) αποδείχτηκαν «εχθροί από τα μέσα» και συνέβαλλαν στο να φθαρεί πολύ σύντομα μία κυβέρνηση του 47%. Το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε στις εκλογές κάτω από 40% των ψήφων, αλλά δεν επέτρεψε να εκδηλωθεί καμία απολύτως ενδοκυβερνητική κίνηση εναντίον της πολιτικής του. Αξιοποίησε τους παλιούς του αντιπάλους στις εσωτερικές εκλογές της ΝΔ, του 2015-16, είτε κάνοντάς τους «Νο 2» του κόμματος και της κυβέρνησης (Γεωργιάδης) είτε στέλνοντάς τους σε ιδιότυπη «εξορία» (Μεϊμαράκης στην ευρωβουλή, Τζιτζικώστας στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας).
7. Απέναντι στην κυβέρνησή του ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε ένα παντοδύναμο ακόμα (αν και λαβωμένο) ΠΑΣΟΚ, που παρά την ήττα του κυμαινόταν εκλογικά περί το 40%. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν έδωσε καμία πίστωση χρόνου στην κυβέρνηση Μητσοτάκη μετά τις εκλογές του 1990. Ιστορικά πλέον αποδείχτηκε ότι το επιτελείο του τότε πρωθυπουργού δεν μπόρεσε να αποκρούσει τις δυναμικές επιθέσεις που διαρκώς εκτόξευε το ΠΑΣΟΚ, με αποτέλεσμα την αντιστροφή του πολιτικού κλίματος υπέρ του Παπανδρέου. Ριζικά αντίθετα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έδωσε ο ίδιος καθόλου χρόνο στην αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ να ανασυγκροτηθεί. Με μία σωστή πολιτική αντίκρουσης των αντιπολιτευτικών τόνων, ο Μητσοτάκης-υιός φανέρωσε στους ψηφοφόρους την πικρή αλήθεια: ότι ο αντιπολιτευτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ανεδαφικός και αναχρονιστικός. Αποτέλεσμα, η μεν ΝΔ να συγκρατήσει τις δυνάμεις της στις εκλογές του 2023, ο δε ΣΥΡΙΖΑ να καταρρεύσει.
8. Ο πατέρας Μητσοτάκης είχε -αναπόφευκτα ίσως- ως πρωθυπουργός διαρκώς στραμμένο το βλέμμα του προς το παρελθόν. Αντί να επιδεικνύει κυβερνητικό έργο με προοπτική για το μέλλον, η ΝΔ του 1990-93 εγκλωβίστηκε στη σκανδαλολογία του Ειδικού Δικαστηρίου, που τελικά αποδείχτηκε μπούμπερανγκ εναντίον της. Υπό αυτό το πρίσμα, τα όποια θετικά της τότε διακυβέρνησης εξανεμίστηκαν μπροστά στη θύελλα της «δικαίωσης» του ΠΑΣΟΚ, με την αθώωση του Ανδρέα Παπανδρέου. Το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε μία τελείως διαφορετική επιλογή: στράφηκε προς το μέλλον. Την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε με όρους της δεκαετίας του 1980, η κυβέρνηση Μητσοτάκη-υιού άνοιξε μια καινοτόμα ατζέντα θεμάτων, όπως την ψηφιακή δημοκρατία, την πράσινη ενέργεια και την τεχνητή νοημοσύνη. Έδειξε έτσι ότι (σωστά ή μη, αυτό θα κριθεί μελλοντικά) η ΝΔ είναι μια δύναμη που ασχολείται με τις προκλήσεις του μέλλοντος, ενώ οι αντίπαλοί της ζουν ακόμη στο παρελθόν, χωρίς προτάσεις για το αύριο.
Τα παραπάνω βασικά σημεία σύγκρισης των δύο διακυβερνήσεων (1990-1993 και 2019 έως σήμερα) είναι ενδεικτικά για τους λόγους για τους οποίους η μεν κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη γνώρισε πολύ γρήγορη φθορά και, εν τέλει, έπεσε άδοξα, ενώ αντιθέτως η κυβέρνηση του γιου του φάνηκε εντυπωσιακά ανθεκτική και -παρά τα σημαντικά της λάθη σε ορισμένους τομείς- αποτελεσματική. Ανακεφαλαιώνοντας, μπορούμε να πούμε ότι η διακυβέρνηση του Μητσοτάκη-πατρός δεν άφησε τελικά κάποιο σπουδαίο στίγμα στην νεώτερη ελληνική πολιτική ιστορία και μάλλον έμεινε ως μία απλή χρονική παρένθεση στην εικοσαετή και πλέον κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ. Αντίθετα, η υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη διακυβέρνηση απέφυγε τα σφάλματα των κυβερνήσεων του πατέρα του και κινήθηκε έξυπνα και με αποφασιστικότητα σε ένα ιδιαίτερα δυσχερές εθνικό και διεθνές περιβάλλον, γι’ αυτό και όταν κάποια στιγμή έρθει το πέρας της θα αφήσει πίσω της ένα καινούριο πολιτικό τοπίο στη χώρα.
Bình luận