30.1.2008
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Στις 16 Μαΐου 1948, μια ηλιόλουστη μέρα, ένας Θεσσαλονικιός βαρκάρης βγήκε με τη βάρκα του για μια βόλτα στη θάλασσα. Ξανοιγόταν σιγά-σιγά προς το πέλαγος, προσπαθώντας να βρει στην ησυχία των νερών και τη δική του προσωπική γαλήνη. Άλλωστε όχι πολύ μακριά από εκεί, μαινόταν ακόμη ο αδελφοκτόνος πόλεμος, που συνέχιζε να αφήνει πίσω του θύματα, συντρίμμια και μια χώρα που δεν έλεγε να συνέλθει τέσσερα σχεδόν χρόνια από την απελευθέρωσή της από το δεινό κατακτητή... Είχε-δεν είχε διανύσει πενήντα μέτρα από το Λευκό Πύργο, το σήμα-κατατεθέν της πόλης της Θεσσαλονίκης ο βαρκάρης αυτός, όταν ξαφνικά είδε κάτι το πολύ παράξενο να προεξέχει απ’τα νερά του Θερμαϊκού. Έφτασε πιο κοντά και ήταν πια σίγουρος, όσο και σοκαρισμένος˙ εκεί μπροστά στα μάτια του, μέσα στα ήρεμα νερά, βρισκόταν να πλέει ένα ανθρώπινο πτώμα! Το πτώμα ενός άντρα, που ήταν χειροπόδαρα δεμένος και με τα μάτια φαγωμένα από τα ψάρια...
Δεν άργησε στο σημείο εκείνο να φτάσει η αστυνομία. Λόγω του εμφυλίου πολέμου που διεξαγόταν στη χώρα κάθε αντίδραση της αστυνομίας ήταν άμεση και κάθε έγκλημα εξεταζόταν εξονυχιστικά. Η συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση έδειχνε από τις πιο σοβαρές, αφού το πτώμα αποδείχτηκε ότι ήταν ενός Αμερικανού δημοσιογράφου, που είχε φτάσει στην Ελλάδα ειδικά για να καλύψει θέματα του εμφυλίου πολέμου, του Τζωρτζ Πολκ. Ο Πολκ ήταν ανταποκριτής του αμερικανικού ραδιοσταθμού CBS και διαφόρων ειδησεογραφικών πρακτορείων και είχε φτάσει στη Θεσσαλονίκη λιγότερο από δέκα ημέρες προηγουμένως (στις 7 Μαΐου)˙ είχε όμως εξαφανιστεί εντελώς από τις 8 Μαΐου, μόλις μία ημέρα μετά την εκεί άφιξή του... Φυσικά από το τρομακτικό γεγονός πλήθος ερωτηματικών γεννήθηκαν.
Καταρχάς, το ερώτημα που επικράτησε – εύλογα – από την αρχή ήταν ποιος και γιατί τον σκότωσε... Μία πρώτη εκτίμηση ήταν ότι η δολοφονία του οφειλόταν στους κομμουνιστές, οι οποίοι άλλωστε κατηγορούνταν για κάθε αδίκημα που συνέβαινε πια στις πόλεις και τα χωριά˙ πράγματι, από τα πλέον ειδεχθή εγκλήματα έως και το κλέψιμο μιας... όρνιθας εκείνα τα χρόνια ο πρώτος ύποπτος ήταν πάντοτε ο «κομμουνιστής»!... Άλλη εκτίμηση, την οποία λάνσαρε η κομμουνιστική πλευρά έκανε λόγο για δολοφονία του δημοσιογράφου από κάποια δυτική δύναμη˙ επειδή μάλιστα εκείνα τα χρόνια ο «κακός» ήταν η Αγγλία και όχι ακόμα οι ΗΠΑ, το έγκλημα φορτώθηκε χωρίς πολύ σκέψη από τους κύκλους αυτούς στις μυστικές υπηρεσίες της Γηραιάς Αλβιώνας (μόνο μετά από καμιά εικοσαριά χρόνια άρχισε να γίνεται πια λόγος για πιθανή ανάμειξη των Αμερικανών στον άγριο φόνο του υπηκόου τους).
Ένα άλλο ερώτημα αφορούσε το τι ακριβώς ήρθε να καλύψει ο Πολκ στην Ελλάδα εν μέσω ενός τρομερού εμφυλίου πολέμου. Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα δεν άργησε να έρθει η απάντηση. Ο Πολκ, ο οποίος εργαζόταν για το CBS ήδη για πάνω από δύο χρόνια, έχοντας αναλάβει την κάλυψη της περιοχής της Μέσης Ανατολής, είχε μάθει στα τέλη του 1947 το σχηματισμό κυβέρνησης των κομμουνιστών ανταρτών υπό τον Μάρκο Βαφειάδη («κυβέρνηση του βουνού») και είχε αμέσως αποφασίσει να φτάσει στην Ελλάδα και να συναντήσει τον αρχηγό του ΔΣΕ [Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας. Πρόκειται για το στρατιωτικό σχήμα των Ελλήνων κομμουνιστών, που σχημάτισαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’40, με στόχο τη νίκη στον εμφύλιο πόλεμο και την κατάληψη της εξουσίας στη χώρα], προκειμένου να του αποσπάσει συνέντευξη! Βεβαίως κάτι τέτοιο αν τελικά θα το κατάφερνε θα αποτελούσε σημαντικότατη επιτυχία για τον ίδιο και θα ανέβαζε τις «μετοχές» του στα ύψη...
Ο Πολκ είχε τις αναγκαίες διασυνδέσεις στον ελληνικό χώρο. Άλλωστε είχε παντρευτεί με Ελληνίδα, τη Ρέα Κοκκώνη, την οποία είχε γνωρίσει στις αρχές του 1947 στο αεροπλάνο (εκείνη ήταν αεροσυνοδός) και σύναψε μαζί της γάμο την ίδια εκείνη χρονιά. Μέσω λοιπόν της συζύγου του είχε κάποιες επαφές με αριστερούς, γνωστούς του Βαφειάδη, μέσω των οποίων προσπάθησε να έρθει σε άμεση επαφή με τον κομμουνιστή ηγέτη που ζούσε πάνω στα βουνά. Οι προσπάθειες όμως αυτές δεν τελεσφόρησαν... Επίσης, ο Πολκ είχε δημόσια εκφραστεί υπέρ του τερματισμού της αδελφοκτόνας σύρραξης στην Ελλάδα και της συνεννόησης της επίσημης κυβέρνησης με τους κομμουνιστές, έτσι ώστε να βρεθεί μια «χρυσή τομή», μια δίκαια δηλαδή και κοινώς αποδεκτή λύση.
Μία λεπτομέρεια που έχει τη σημασία της εστιάζεται στο ότι ο Πολκ είχε βγάλει, μαζί με τη γυναίκα του, εισιτήρια για τις ΗΠΑ, με ημερομηνία ταξιδιού στις 20 Μαΐου 1948. Εκεί τον περίμενε μια υποτροφία που είχε λάβει από το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος. Αντί όμως να επισπεύσει το ταξίδι του, αυτός οργάνωσε την επίσκεψή του στη Βόρεια Ελλάδα, που δεν ήταν η πρώτη, με στόχο αυτή τη φορά τη συνέντευξη από τον «καπετάν-Μάρκο». Να σημειωθεί εδώ ότι ο Πολκ, εκτός από διακεκριμένος δημοσιογράφος, ήταν και έφεδρος υπολοχαγός του αμερικανικού ναυτικού, έχοντας πάρει μέρος στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου μάλιστα τραυματίστηκε σοβαρά στο πρόσωπο (αργότερα έκανε πλαστική εγχείρηση στη μύτη). Συνεπώς ο Πολκ ενδιαφερόταν πάρα πολύ για πολεμικά θέματα, ενώ κανείς δεν μπορούσε να πει ότι θα δίσταζε ποτέ να πάει στην πρώτη γραμμή των αναμετρήσεων, ώστε να βγάλει τη μεγάλη είδηση...
Πέρασαν τρεις μήνες από τη δολοφονία του Πολκ, όταν οι αρχές της Θεσσαλονίκης ανακοίνωσαν ότι δολοφόνοι του Αμερικανού δημοσιογράφου ήταν δύο κομμουνιστές, ο Ευάγγελος Βασβανάς και ο Αδάμ Μουζενίδης, οι οποίοι όμως είχαν κατορθώσει να διαφύγουν με τη βοήθεια, υποτίθεται, του δημοσιογράφου Γρηγόρη Στακτόπουλου. Ο Στακτόπουλος συνελήφθη από την αστυνομία και – αφού σύμφωνα με μαρτυρίες βασανίστηκε – ομολόγησε τη συμμετοχή του στο στυγερό έγκλημα, καταδικαζόμενος έπειτα σε ισόβια δεσμά... Πολλοί πιστεύουν ότι ο Έλληνας δημοσιογράφος αποτέλεσε έναν εύκολο στόχο για να αναδειχθεί ένοχος, εφόσον εκπλήρωνε μια σειρά από «βολικές» προϋποθέσεις: γνώριζε πολύ καλά αγγλικά και είχε συνομιλήσει με τον ίδιο τον Πολκ, υποτίθεται ότι ήταν κομμουνιστής (όπως κι η οικογένειά του), ενώ προερχόταν από φτωχή οικογένεια – αποτελούμενη από μια μητέρα και δυο αδελφές – και δεν είχε ισχυρούς «προστάτες»...
Κι ενώ κάποιοι «ησύχασαν» ότι η υπόθεση είχε τακτοποιηθεί κατά το δοκούν, φάνηκαν οι πρώτες κραυγαλαίες αντιφάσεις. Καταρχάς, την ημέρα που ο Στακτόπουλος υποτίθεται ότι είχε συναντήσει στη Θεσσαλονίκη τον Πολκ, ο Αμερικανός βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη! Επίσης, ο ένας από τους υποτιθέμενους δολοφόνους, ο Μουζενίδης, αποδείχτηκε ότι την ημέρα του θανάτου του Πολκ ήταν κι εκείνος νεκρός (είχε πεθάνει λίγο καιρό πιο πριν), ο δε έτερος των κατηγορούμενων, ο Βασβανάς, ήταν από καιρό μακριά από τη Θεσσαλονίκη!... Κι όμως, παρ’ όλα αυτά, ο Στακτόπουλος παρέμεινε επί σειρά ετών στη φυλακή... Τελικά, τον Αύγουστο του 1960, μετά από δωδεκαετή παραμονή στη φυλακή, ο Στακτόπουλος αποφυλακίστηκε με αναστολή του υπολοίπου της ποινής του.
Όσον αφορά στις εκδοχές περί της δολοφονίας του Πολκ, αυτές βεβαίως ήταν πολύ δύσκολο να είναι αντικειμενικές επί Ψυχρού πολέμου. Μετά την κατάρρευση όμως του κομμουνιστικού μπλοκ φάνηκε για πολλούς πειστική η εκδοχή ότι τον Πολκ σκότωσαν οι συμπατριώτες του Αμερικανοί. Κατά την άποψη αυτή – η οποία, να σημειωθεί, στηρίζεται μόνο πάνω σε αληθοφανείς ή και αληθινές καταστάσεις γενικότερου ενδιαφέροντος και όχι πάνω σε αναμφισβήτητα στοιχεία – η δολοφονία του Πολκ συνέπεσε με την άνοδο του αμερικανικού στρατιωτικού κατεστημένου στον κόσμο, όπου άρχισε να λαμβάνει τη μορφή ενός παγκόσμιου «χταποδιού», τα πλοκάμια του οποίου συνδέονταν με τα κατά τόπους «μίνι» στρατιωτικά κατεστημένα. Λίγους μόνο μήνες πριν τη δολοφονία του Πολκ, στους κυβερνητικούς κύκλους των ΗΠΑ είχε αναπτυχθεί η θεώρηση περί της Ελλάδας ως «δοκιμαστικού σωλήνα», στα «εντόσθια» του οποίου θα μπορούσε να επωασθεί και να αναπτυχθεί ένα παγκόσμιο αντικομμουνιστικό μοντέλο, που θα αποτελούσε παράδειγμα για όλους τους λαούς του πλανήτη. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν πολύ λογικό οι Αμερικανοί να ρίξουν όλο το βάρος των δυνάμεών τους στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο, όπου ο μοναδικός στόχος ήταν φυσικά η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων και η παράλληλη ήττα και τιμωρία των επαναστατούντων κομμουνιστών...
Προέκταση αυτού του σκεπτικού αποτελούσε το συμπέρασμα που θα έβγαινε, έπειτα από μια τέτοια εξέλιξη στην Ελλάδα, που συμβάδιζε απόλυτα με τα συμφέροντα των ΗΠΑ˙ το γεγονός αυτό θα συνιστούσε σαφή προειδοποίηση για τις κομμουνιστικές δυνάμεις άλλων χωρών (και ειδικά της «ασταθούς» Μεσογείου) να μην αποτολμήσουν παρόμοια δράση, εφόσον τους περίμενε ανελέητη συντριβή, αλλά και για την ίδια τη Μόσχα, η οποία θα έπρεπε να αρκεστεί στα όσα είχαν συμφωνηθεί – κατά τη μαρτυρία του Ουΐνστον Τσώρτσιλ – στη Γιάλτα περί σφαίρας επιρροής των υπερδυνάμεων σε διάφορες χώρες. Έτσι, ένας θιασώτης της συνεννόησης των δύο αντίπαλων πλευρών, εθνικοφρόνων και κομμουνιστών, στην Ελλάδα, είχε την άσχημη τύχη ενός βίαιου θανάτου, μετά από μια (υποθετική πάντα) παρέμβαση ενός υπερατλαντικού χεριού. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι μερικοί σύγκριναν τη δολοφονία του Τζωρτζ Πολκ με τη δολοφονία 41 χρόνια αργότερα του (επίσης δημοσιογράφου) βουλευτή Παύλου Μπακογιάννη στην Αθήνα˙ σύμφωνα με την εκδοχή αυτή αμφότεροι «τιμωρήθηκαν» με θάνατο, μόνο και μόνο διότι εργάζονταν για τον τερματισμό των αδελφοκτόνων συγκρούσεων και την εθνική συμφιλίωση των Ελλήνων...
Comments